Η Σταματίνα Ξιάρχου παρουσιάζει τις… τέχνες των μουσών.
«Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα της πατρίδας μας – Μέρος Α’»
Τα χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα που αναβιώνονται στη πατρίδα μας έχουν σκοπό την απόδοση τιμής και λατρείας στο Πανάγαθο πρόσωπο του Χριστού μας.
Υμνούν και δοξάζουν την Θεία Γέννηση που θα φέρει ανανέωση της ελπίδας, ειρήνη και αγάπη σε όλο τον κόσμο.
Αναρίθμητα ήθη και έθιμα από τόπο σε τόπο αναδεικνύουν την ανάγκη του ελληνικού λαού να προετοιμαστεί και να καλωσορίσει τη γέννηση του Θεανθρώπου.
Οι γιορτινές ετοιμασίες συνδυάζονται με τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα που είναι η χαρά των παιδιών, ψάλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός σε όλες τις γειτονιές της Ελλάδας.
Σε μια προσπάθεια να αναδείξουμε όσα περισσότερα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα κάλαντα θα γίνει αφιέρωμα με τα τραγούδια που ψάλλονται σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας.
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ
Καλήν εσπέραν, άρχοντες,
κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την θεία γέννησιν
να πω στ᾿ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον
εν Βηθλεέμ τη πόλει,
οι ουρανοί αγάλλονται,
χαίρει η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται,
εν φάτνη των αλόγων,
ο βασιλεύς των ουρανών
και ποιητής των όλων.
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι
το «Δόξα εν υψίστοις»
και τούτον άξιόν εστί,
η των ποιμένων πίστις.
Αν είστε από τους πλούσιους,
φλωριά μην τα λυπάστε,
αν είστε από τους δεύτερους,
ξηντάρες και ζολότες
κι αν είστ᾿ από τους πάμφτωχους
ένα ζευγάρι κότες.
Και σας καληνυχτίζομε,
πάτε να κοιμηθήτε,
ολίγον ύπνο πάρετε,
πάλι να σηκωθήτε,
στην εκκλησιάν να τρέξετε
με άκραν προθυμίαν
και του Θεού ν᾿ ακούσετε
την Θείαν Λειτουργίαν.
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
για εβγάτε, δέστε, μάθετε, πως ο Χριστός γεννιέται,
γεννιέται κι αναθρέφεται στο μέλι και στο γάλα,
το μέλι τρών᾿ οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοχόρταρο το λούζουντ᾿ οι κυράδες. Κυρά ψιλή, κυρά λιγνή, κυρά γαϊτανοφρύδα, κυρά μ᾿ όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου,
βάζεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλι
και τον καθάριο αυγερινό τον βάζεις δαχτυλίδι. Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε, μόνο σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε·
εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού πολλούς χρόνους να ζήση. Δώστε μας και τον κόκορα, δώστε μας και την κότα,
δώστε μας και πέντ᾿, έξ᾿ αυγά, να πάμε σ᾿ άλλη πόρτα.
ΠΟΝΤΟΥ
Χριστός γεννέθεν, χαρά στον κόσμον,
ακαλή ώρα, καλή ση μέρα,
ακαλόν παιδίον οψές γεννέθεν,
ψες γεννέθεν, ουρανεστάθεν.
Τον εγέννησεν η Παναία,
τον ανέσταισεν Αειπαρθένος.
Εκαβάλλκεψεν χρυσόν πουλάριν,
εκατήη στο σταυροδρόμιν.
Έρπαξαν ατόν οι σκύλ᾿ Εβραίοι,
σκύλ᾿ Εβραίοι και μίλ᾿ Εβραίοι.
Ας σ᾿ αρχοντικά κι άσ᾿ σην καρδίαν,
γαίμαν έσταξεν, φλογήν κι άσ᾿ εφάνθεν.
Όπου έσταξεν κι εμυροστάθεν,
εμυρίσ᾿ ατόν ο κόσμος όλος.
Να μυρίσ᾿ ατόν κι εσύ, αφέντα,
εκατήη στο σταυροδρόμιν.
Έμπα σον νουντάν κι έλα σην πόρτα,
έξου στέκουν τα παλληκάρια.
Έβγαλ᾿ τον κισέ και δος παράδας
έξου στέκουν τα παλληκάρια.
Και θυμίζουν στον νοικοκύρην,
νοικοκύρην και βασιλέαν.
ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει. Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων, οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει κι η φύσις όλη. Εκ της Περσίας έρχονται τρεις Μάγοι με τα δώρα,
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί, χωρίς να λείψη ώρα. Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα Του χαρίζουν, σμύρνα, χρυσόν και λίβανον, Θεόν τον ευφημίζουν. Και επληρώθη το ρηθέν, Προφήτου Ησαΐου,
μετά των άλλων προφητών και του Ιερεμίου. Φωνή ηκούσθη εν Ραμά, Ραχήλ τα τέκνα κλαίει, παραμυθήν ουκ ήθελεν, ότι αυτά ουκ έχει. Ιδού όπως σας είπαμεν όλην την υμνωδίαν, του Ιησού μας του Χριστού, Γέννησιν την αγίαν. Χρόνους πολλούς να χαίρεσθε, πάντα ευτυχισμένοι,
σωματικώς και ψυχικώς να είσθε πλουτισμένοι.
ΣΜΥΡΝΗΣ
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων. Κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά καμαροφρύδα.
Κερά μ᾿, όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησία.
Έχεις και κόρην έμορφη, που δεν έχει ιστορία. Μήδε στην πόλη βρίσκεσαι, μήδε στην Καισαρεία.
Έχεις και γιον στα γράμματα, υγιόν εις το ψαλτήρι.
Να τον ’ξιώσει και ο Θεός, να βάλει πετραχήλι.
ΣΑΜΟΥ
Σένα σου πρέπει, αφέντη μου, καρέκλα καρυδένια,
για ν᾿ ακουμπά η μέση σου η μαργαριταρένια. Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Και πάλι ξαναπρέπει σου στα πεύκια να κοιμάσαι,
να πίνεις, να δροσίζεσαι και πάλι αφέντης νάσαι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Και πάλι ξαναπρέπει σου καράβι ν᾿ αρματώσεις
και τα πανιά του καραβιού να τα μαλαματώσεις.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Πολλά ’παμε τ᾿ αφέντη μας, ας πούμε τση κυράς μας·
κυρά ψιλή, κυρά λιγνή, κυρά μαυροματούσα,
πώχεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθη
και του κοράκου το φτερό τώχεις καμπανοφρύδι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Αν έχεις κόρη έμορφη, βάλ᾿ την να μας κεράσει,
να της ’φχηθούμε όλοι μας ν᾿ ασπρίσει, να γεράσει.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Κι αν έχεις γυιό στα γράμματα, βάλ’ τόνε στο ψαλτήρι,
να τ᾿ αξιώσει ο Θεός, να βάλει πετραχήλι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Ξιάρχου Σταματίνα